24/6/07

ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΕΠΟ 31

Σημειώσεις ΕΠΟ 31

ΤΟΜΟΣ Α΄

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Η μεσαιωνική επιστήμη οριοθετείται μεταξύ της αρχαίας ελληνικής επιστήμης και της επιστήμης των νέων χρόνων κατά την περίοδο μεταξύ 500 μ.Χ. περίπου μέχρι 1453 (άλωση Κωνσταντινούπολης) ή 1492 (ανακάλυψη Αμερικής), ως εξής:

  • Πρώιμος Μεσαίωνας (6ος έως 9ος αιώνας). Τα «μαύρα χρόνια» από την παρακμή της Ρώμης μέχρι την Καρολίγγεια αναγέννηση.
  • Μέσοι Χρόνοι (10ος έως 11ος αιώνας): η περίοδος των μεταφράσεων και της πνευματικής κυριαρχίας του Ισλάμ.
  • ΄Ώριμος Μεσαίωνας (12ος έως 15ος αιώνας): η περίοδος της εμφάνισης και ανάπτυξης των πανεπιστημίων, της ολοκλήρωσης των μεταφράσεων και της μετατόπισης του κέντρου της πνευματικής ζωής από τη Μεσόγειο βορειότερα στην Ευρώπη.

ΛΟΓΟΣ, ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

(Άνθρωπος, Κόσμος, Θεός)

Ο Καρχηδόνιος επίσκοπος Αυγουστίνος (354 – 430 μ.Χ.) χωρίς να είναι συστηματικός φιλόσοφος, προτείνει ένα δυτικό χριστιανικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαφοροποιείται η επιστήμη του Μεσαίωνα από την αρχαιοελληνική παράδοση με το συσχετισμό του Λόγου και της εμπειρίας με τη Θεία Αποκάλυψη.

Ο Αυγουστίνος πιστεύει στην αξιοπιστία των εμπειρικών δεδομένων αλλά θεωρεί ότι υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν μπορούν να εξηγηθούν ούτε στον Λόγο, ούτε στην εμπειρία.

Στην ελληνική παράδοση, στον Πλάτωνα, το σώμα είναι φυλακή της ψυχής και η αποδέσμευση από αυτό οδηγεί στις ανώτερες σφαίρες της νόησης.

Για τον Αυγουστίνο - η ύλη – σάρκα - είναι αγαθό. Τα αμαρτήματα που δημιούργησε το προπατορικό αμάρτημα αίρονται από την Ανάσταση και τη χριστιανική σωτηρία. Το αντικείμενο της αληθινής αγάπης είναι ο Θεός και όχι ο υλικός κόσμος.

Η ΦΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ

  • Η φύση στην αρχαία ελληνική παράδοση είναι αυθύπαρκτη – ουσιαστικά η φύση είναι ο Θεός.
  • Ο Θεός της χριστιανικής Βίβλου διαφέρει από τον δημιουργό του κόσμου του Πλάτωνα, καθώς δημιουργεί τον κόσμο από το μηδέν, ενώ ο πλατωνικός δημιουργός σχηματοποιεί την ακαθόριστη προϋπάρχουσα ύλη.
  • Ο άνθρωπος της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας αποτελεί οργανικό τμήμα της φύσης – αντιτίθεται σε πολλά χωρία της Βίβλου, όπου αποδεικνύεται ο άνθρωπος του χριστιανισμού υπεράνω της φύσης και κυρίαρχός της.
  • Ο Αυγουστίνος εξέφρασε την κεντρική αντίληψη ότι η ελληνική φιλοσοφία δεν θα πρέπει να αντικατασταθεί ή να απορριφθεί αλλά να εκχριστιανιστεί.

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ, ΔΙΠΛΗ ΑΛΗΘΕΙΑ

Στο μέγιστης σημασίας πρόβλημα της σχέσης πίστης και ορθού λόγου, ο Αυγουστίνος αναγνωρίζει ρόλο για το λογικό στη γνωστική διαδικασία, στο πλαίσιο όμως της κυριαρχίας της θεϊκής δράσης. Εδώ φαίνεται να εντοπίζεται η αρχή του προβληματισμού για το δόγμα της διπλής αλήθειας. Η ουσία του δόγματος αυτού είναι ότι θα πρέπει να θεωρείται ότι υπάρχουν δύο αλήθειες μία των Γραφών και μία της επιστήμης, οι οποίες αν ποτέ έλθουν σε αντίθεση θα πρέπει να θεωρείται σωστή η θεολογική θέση.

  • Κατά τον 13ο αιώνα ο Μποναβεντούρα επιχείρησε να τεκμηριώσει την άποψη ότι: «η επιστήμη είναι θεραπαινίδα της θεολογίας».
  • Ο Γαλιλαίος το 1614 ισχυρίστηκε ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές κοινωνικές δραστηριότητες και όχι δύο αλήθειες.
  • Ο Αριστοτέλης πρέσβευε την άποψη περί αιωνιότητας του κόσμου, σε αντίθεση με τη χριστιανική άποψη περί Γένεσης του κόσμου, διαφωνώντας ουσιαστικά μεταξύ της τυχαίας διαμόρφωσης συνθηκών ζωής συμβατικής με την ανθρώπινη επιβίωση ή της ενσυνείδητης παρέμβασης ενός ανώτερου Όντος που κατασκεύασε τις συνθήκες αυτές.
  • Ο Θωμάς ο Ακινάτης ασχολήθηκε με το κεντρικό θέμα της συμβατότητας της Βίβλου με τα επιστημονικά δεδομένα. Η θέση του είναι ότι: «πρώτον, η αλήθεια της Βίβλου πρέπει να είναι απαραβίαστη και δεύτερον, ότι όταν υπάρχουν διάφοροι τρόποι ερμηνείας του βιβλικού κειμένου, δεν θα πρέπει να υπάρχει αυστηρή προσήλωση σε έναν από αυτούς».
  • Ο Ορέμ θεωρεί ότι, στο χώρο της Βίβλου όπου ο Θεός διέταξε τον Ήλιο και τη Σελήνη να σταθούν και αυτά στάθηκαν, δεν πρέπει να ληφθούν κυριολεκτικά αλλά σαν χρήση κοινού λόγου. Ο Γαλιλαίος, ο οποίος πίστευε στην κίνηση της Γης γύρω από τον Ήλιο, ερμηνεύει κυριολεκτικά το χωρίο αυτό της Βίβλου και επισημαίνει ότι ο Θεός αρκούσε για να ακινητοποιήσει τον Ήλιο για να κάνει ακίνητο ολόκληρο το σύστημα του κόσμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΟΙ ΚΥΡΙΟΙ ΛΟΓΙΟΙ ΤΟΥ ΠΡΩΙΜΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

Οι κύριοι λόγιοι που έδρασαν στη Δ. Ευρώπη από τον 4ο μέχρι τον 7ο αιώνα με σημαντικότερο τον Αυγουστίνο διέσωσαν και μεταβίβασαν την κλασική ελληνική γραμματεία και τα κείμενα των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας ήταν οι:

  1. Αυγουστίνος (354 – 430 μ.Χ.)
  2. Βοήθιος (480 – 525 μ.Χ.)
  3. Κασσιόδωρος (480 – 575 μ.Χ.)
  4. Ισίδωρος της Σεβίλλης (560 – 636 μ.Χ.)

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ

Μολονότι ο Αυγουστίνος δεν ήταν φυσικός επιστήμονας, είχε γνώση των επιστημών. Η συμβολή του στις επιστήμες εστιάζεται σε τέσσερα σημεία:

α) τη Θεία Φώτιση,

β) την αντίληψή του για τις σπερματικές αρχές (rationes seminales),

γ) τη χρήση των μαθηματικών στις επιστήμες και

δ) την αντίληψή του περί γραμμικού χρόνου, έναντι του κυκλικού χρόνου της ελληνικής παράδοσης.

Ο Αυγουστίνος θεωρεί ότι η αμετάβλητη αλήθεια των πραγμάτων γίνεται κατανοητή μόνο με το φωτισμό τους από το Θείο Φως, όπως ο φωτισμός από τον ήλιο κάνει φανερά τα αντικείμενα του κόσμου.

Οι σπερματικές αρχές του Αυγουστίνου αφορούν αξιώματα σχηματισμού της ύλης που παρομοιάζονται με σπόρους, οι οποίοι εμφυτεύονται από το Θεό στη δημιουργία.

Η μαθηματικοποίηση της φύσης από τον Αυγουστίνο, με τα καλά στοιχεία της (μέτρο, μορφή και τάξη) έρχεται πλησιέστερα στα αμετάβλητα χαρακτηριστικά του Θεού.

Σύμφωνα με τις αντιλήψεις του Αυγουστίνου, ο χρόνος είναι σχέση ανάμεσα στα γεγονότα που ενέχουν την παρελθούσα και μελλοντική ύπαρξη. Καταλήγει τελικά σε ένα διστακτικό ορισμό για το χρόνο: «Μου φαίνεται ότι ο χρόνος δεν είναι τίποτε άλλο παρά έκταση . αλλά τίνος έκταση δεν είμαι βέβαιος, ίσως του νου του ιδίου».

(Εξομολογήσεις, βιβλίο ΧΙ, κεφ. 26).

Ο ΒΟΗΘΙΟΣ

Ο Βοήθιος, λόγιος αριστοκρατικής καταγωγής, θεωρείται ο πλέον πρωτότυπος φιλόσοφος της Ρώμης μετά τον Αυγουστίνο. Ο Βοήθιος γνώριζε ελληνική φιλοσοφία από το πρωτότυπο και με εκλεκτική αντίληψη ήλπιζε να εναρμονίσει το πλατωνικό με το αριστοτελικό έργο.

Η ποιότητα των μεταφράσεών του, του δίνει τον τίτλο του δημιουργού της φιλοσοφικής γλώσσας των Λατίνων, ενώ σε γενικό γλωσσολογικό επίπεδο η προσφορά του στη Δύση υπολείπεται μόνο αυτής του Κικέρωνα. Ο Βοήθιος θεωρείται ο πρόγονος της σχολαστικής μεθόδου, διαχωρίζοντας την πίστη από τον λόγο. Περιέπεσε σε δυσμένεια από τον βασιλιά Θεοδώριχο και εκτελέστηκε το 525 μ.Χ.

Τα μοναστήρια και τα μοναστικά σχολεία που ιδρύονται στη Δ. Ευρώπη αυτή την περίοδο είναι οι θεσμοί που θα οδηγήσουν στην ίδρυση των πανεπιστημίων του 12ου – 13ου αιώνα.

Οι Κανόνες του Αγίου Βενέδικτου. Οι Κανόνες του Μ. Βασιλείου : «Η αδράνεια είναι εχθρός της ψυχής. Οι αδελφοί πρέπει να απασχολούνται συγκεκριμένες ώρες με χειρονακτική εργασία και άλλες με την ανάγνωση αγίων κειμένων».

Ο ΚΑΣΣΙΟΔΩΡΟΣ

Ο Κασσιόδωρος διέγνωσε την αδιαφορία της αυλής των Οστρογότθων για τα γράμματα και γι’ αυτό ίδρυσε στη νότια Ιταλία σε μοναστήρι ένα πρότυπο σχολείο-μοντέλο με δικούς του πόρους.

Θεωρείται ο πρώτος ο οποίος διατύπωσε την άποψη ότι η κλασική και η χριστιανική παιδεία θα πρέπει να υποστηρίζονται θεσμικά με συστηματικό τρόπο. Οι απόψεις του είναι ουσιαστικά αυγουστίνειες . θεωρεί την κλασική παιδεία ουσιώδη για την κατανόηση της Βίβλου, αλλά δεν απαιτεί όλοι οι μαθητές του να έχουν θεμελιωμένες γνώσεις.

Ο ΙΣΙΔΩΡΟΣ

Ο Ισίδωρος, τέλος, ήταν επίσκοπος της Σεβίλλης. Με κύριο έργο του τις «Ετυμολογίες» - μια εικοσάτομη εγκυκλοπαίδεια, όπου τα λήμματα δεν ταξινομούνται αλφαβητικά αλλά ετυμολογικά, πίστευε ότι οι λέξεις με την ίδια ετυμολογική ρίζα ορίζουν αντικείμενα τα οποία σχετίζονται στη ζωή.

ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Οι Άραβες, πέρα από την ιστορική συμβολή τους στη Δ. Ευρώπη με τις μεταφράσεις της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, ανέπτυξαν κλάδους όπως τα μαθηματικά, η αστρονομία, η οπτική, η ιατρική κ. ά.

  • Επιχείρησαν να μετασχηματίσουν το πτολεμαϊκό γεωκεντρικό σύστημα, χωρίς όμως να προχωρήσουν στο ηλιοκεντρικό.
  • Κύρια μορφή ιδρύματος ανώτατης παιδείας στο Ισλάμ ήσαν τα κολέγια madras . θρησκευτικά ιδρύματα για τη διδασκαλία του δικαίου, όπου η διδασκαλία της διαλεκτικής μέσω αντιπαράθεσης επιχειρημάτων δεν είχε σκοπό νέες συνθέσεις παρά να καταδείξει τις αδυναμίες του αντιπάλου.
  • Στα νοσοκομεία εργάζονταν οι σημαντικότεροι φιλόσοφοι, με γνώσεις ελληνικής φιλοσοφίας πέρα από τη διδασκαλία του Γαληνού. Σ’ αυτά απαγορευόταν η ανατομία καθώς η κυριαρχούσα αντίληψη θεωρούσε την αρρώστια τι-μωρία του ασθενή λόγω ασεβών πράξεων. Τα νοσοκομεία παρέμειναν υπό αυστηρό θρησκευτικό έλεγχο.

ΑΡΑΒΕΣ ΛΟΓΙΟΙ (10ος – 12ος αιώνας)

Ο σημαντικότερος Άραβας λόγιος, ο Ibn Rushd, γνωστός και ως Αβερρόης (1126-1198) είναι Άραβας της Ισπανίας, γιατρός και δικαστής. Επιχείρησε ανεπιτυχώς να επιλύσει το πρόβλημα της πραγματικής κίνησης των πλανητών.

Αντιλαμβανόταν την θρησκεία αρκετή να ικανοποιεί τις πνευματικές ανάγκες του πλήθους, ενώ η φιλοσοφία ικανοποιούσε τις ανάγκες του μορφωμένου ατόμου.

Στο έργο του με θέμα τη σχέση μεταξύ θρησκείας και φιλοσοφίας καθιερώνει την αρχή της διπλής αλήθειας. Ο Αβερρόης, διαχωρίζει σε αυτό το έργο τρία είδη αποδείξεων :

1) την προτροπή, που βασίζεται στην αποκαλυπτική πίστη, εμμένοντας στο Κοράνι,

2) στην διαλεκτική, βασισμένη σε στοιχεία όχι απόλυτης βεβαιότητας, μέθοδος των θεολόγων, οι οποίοι συνδυάζουν πίστη και Λόγο και

3) στην απόδειξη, η οποία στηρίζεται σε αποδείξεις παραγωγικά λογικές και εμπειρικά επαληθεύσιμες και οδηγεί στην επιστημονική αλήθεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟΥ 12ου – 13ου ΑΙΩΝΑ

Η Ευρώπη των Μέσων Χρόνων (450 - 1350) ήταν γενικά κόσμος αγροτικών κοινοτήτων, όπου κυριαρχούσε μια μικρή elite, με ταυτόχρονη μεγάλη εσωτερική διαφοροποίηση.

· Από τον 11ο αιώνα παρατηρείται έντονη οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική και πολιτιστική αλλαγή.

· Στον 12ο αιώνα τοποθετείται και η γένεση του διανοουμένου, ως κοινωνιολογικής κατηγορίας, ως σχετιζόμενου με ένα νέο καταμερισμό εργασίας στις πόλεις, που δρα στο πλαίσιο των νεοϊδρυθέντων πανεπιστημίων, με τελική επαγγελματική και κοινωνική αναζήτηση την εξουσία. Οι λόγιοι του 12ου αιώνα αποκαλούνται moderni, χωρίς να έχουν διαμάχες με τους αρχαίους.

· Κατά τον 12ο και 13ο αιώνα στις θεολογικές σχολές κυριαρχούν οι σχολαστικές σπουδές. Τα σχολεία της Β. Γαλλίας, κυρίως του Παρισιού, τα παπικά ιδρύματα και τα σχολεία της Μπολόνια σηματοδοτούν την πρώτη διανοητική συστηματοποίηση των εκπαιδευτικών θεσμών.

Το Παρίσι είναι το πιο φημισμένο κέντρο για τις θεολογικές του σπουδές αλλά και για τη «γλυκιά ζωή του». Σε αυτό το Παρίσι εμφανίζονται οι γολιάρδοι: περιπλανώμενοι κληρικοί-τραγουδοποιοί και περιθωριακοί σπουδαστές πανεπιστημίων, ένα είδος διανοουμένων των πόλεων, αντιφεουδαρχικού προσανατολισμού.

Εκτός από το Παρίσι, σημαντικό πνευματικό κέντρο είναι και η Σαρτρ, όπου κυριαρχούσε το αντιορθολογικό πνεύμα. Εκεί πιστευόταν ότι η φύση είναι ανεξάντλητη πηγή ζωής και ταυτόχρονα ένας οργανωμένος κόσμος. Ο ουμανισμός της Σαρτρ ήταν ένα ακόμη βασικό της στοιχείο. Ο άνθρωπος ήταν πάντα τμήμα του σχεδίου του δημιουργού και πιστευόταν ότι πραγματικά για τον άνθρωπο δημιουργήθηκε ο κόσμος.

· Το 1300 ο ευρωπαϊκός κόσμος χαρακτηρίζεται από το επιτηδευμένο τραπεζικό σύστημα, τα εξαγωγικά προϊόντα, τα μεγάλα έργα (δρόμοι, κανάλια) και από μια έντονη ενδοευρωπαϊκή μετανάστευση. Όλα αυτά οδηγούν μέσα από μια κοινωνική ομογενοποίηση στην «κατασκευή» της Ευρώπης.

ΑΝΣΕΛΜΟΣ

Ο Άνσελμος θεωρείται ο πιο πρωτότυπος καθολικός φιλόσοφος του 12ου -13ου αιώνα, συγκρινόμενος ακόμη και με τον Θωμά τον Ακινάτη και συνδυάζει την πρώιμη μεσαιωνική φιλοσοφία με την 500ετή δραστηριότητα των μοναστικών σχολείων . είναι ο μεσαιωνικός Αυγουστίνος.

Η πρωτοτυπία του έγκειται στο γεγονός ότι θα ασχοληθεί με τα μυστήρια της πίστης, τη φύση του Θεού, την Αγία Τριάδα, τη λύτρωση, την ελευθερία της βούλησης, με τη βοήθεια της διαλεκτικής. Με τη φράση του: «πιστεύω ώστε να κατανοήσω», θεωρεί ότι ο πιστός διαλογιζόμενος πάνω στην πίστη του μπορεί να αποδείξει ορισμένες πλευρές της.

Ο Άνσελμος έμεινε στην ιστορία της σκέψης με την οντολογική απόδειξή του της ύπαρξης του Θεού, η οποία δίνεται στα έργα του Monologion και Prosologion.

Στο Monologion ακολουθεί το παλαιότερο κοσμολογικό επιχείρημα: εφόσον υπάρχουν όντα θα πρέπει να δεχτούμε και το υπέρτατο Είναι, από το οποίο αντλούν το είναι τους όλα τα άλλα όντα.

Στο Proslogion ο Άνσελμος απλοποιεί την απόδειξη που έδωσε παραπάνω αναλύοντας τη δήλωση του άφρονα (Ψαλμοί ΙΔ΄ 1) ότι «Δεν υπάρχει Θεός» ως εξής:

- ο Θεός είναι αυτό του οποίου δεν μπορεί να θεωρηθεί κάτι μεγαλύτερο,

- αλλά αυτό του οποίου δεν μπορεί να νοηθεί μεγαλύτερο πρέπει να υπάρχει, όχι μόνο νοητικά αλλά και στην πραγματικότητα.

- Συνεπώς, ο Θεός υπάρχει, όχι μόνο ως ιδέα αλλά και στην πραγματικότητα.

ΑΒΕΛΑΡΔΟΣ

Ο Αβελάρδος (1079-1141), μαθητής του Άνσελμου, θεωρείται σημαντικότερος από τον δάσκαλό του, γιατί είναι εκπρόσωπος της ελεύθερης επιστήμης – στο βαθμό που ήταν εφικτό εκείνη την εποχή -, προφήτης της τάσης για αυτόνομη γνώση.

Χαρακτηρίζει τον Άνσελμο ως ένα γέρο ο οποίος «χρησιμοποιούσε με αξιοσημείωτο τρόπο τις λέξεις, αλλά το νόημά τους δεν άξιζε τίποτε: ήταν κενές κάθε νοήματος».

Το όνομα του Αβελάρδου στη φιλοσοφία είναι συνδεδεμένο με την νομιναλιστική θέση για το πρόβλημα των καθολικών εννοιών.

Ο Αβελάρδος θεώρησε ότι δεν υπάρχουν καθολικές οντότητες, ότι όλα τα υπάρχοντα είναι μοναδικά και η γνώση από τη μελέτη των ατομικών όντων οδηγείται στις έννοιες οι οποίες χρησιμοποιούνται σε λογικές προτάσεις.

Δηλαδή ο Αβελάρδος συμβάλλει σημαντικά στην καθιέρωση μιας καθαρά τυπικής λογικής.

Ο Αβελάρδος χρησιμοποίησε τις νομιναλιστικές του απόψεις στο πρόβλημα της ύπαρξης του Θεού, υποστηρίζοντας ότι ο Θεός δεν μπορεί να είναι διαφορετικός ή καλύτερος από τις πράξεις Του, γιατί τα ρήματα που δηλώνουν την καλοσύνη του Θεού είναι ταυτόσημα με αυτά που δηλώνουν την καλοσύνη των πράξεών Του.

ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ ΤΟΥ ΚΛΑΙΡΒΩ

Ο Άγιος Βερνάρδος ήταν ο ισχυρότερος άνθρωπος της καθολικής εκκλησίας της εποχής του. Ήταν ιδρυτής των μεταρρυθμισμένων βενεδικτιανών ταγμάτων των κυστερσιανών και μεγάλος πολέμιος της χλιδής των μοναχών.

Ο Άγιος Βερνάρδος ήταν απόλυτος: «Τι μας δίδαξαν οι απόστολοι; Να μαθαίνουμε συνεχώς και ποτέ να μην φτάνουμε στην αλήθεια. Μας δίδαξαν πώς να ζούμε».

Ο Βερνάρδος ήταν γνωστός όχι μόνο για τη γλωσσική τελειότητα των λειτουργικών έργων του και την προσπάθειά του για ενίσχυση της λατινικής γλώσσας ως καθομιλουμένης, αλλά και για την έμφαση που έδινε στην ανθρώπινη διάσταση του Ιησού σε μια θέση κοινή με τον Αβελάρδο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ

Τα πανεπιστήμια του 13ου αιώνα έχουν νομικά τη μορφή της συντεχνίας και υποστηρίζονται από την παπική εξουσία, αλλά διαφέρουν ανάλογα με το κόστος των λογίων τους οι οποίοι έχουν παραδοσιακά προνόμια.

Η Σχολή των Τεχνών καταφέρνει να ξεχωρίσει και να επιβληθεί στο πανεπιστήμιο.

· Οι σπουδές στηρίζονται στα κλασικά βιβλία και δεν είναι κατά βάση ούτε πειραματικές ούτε εμπειρικές.

· Η μεθοδολογία της πανεπιστημιακής διδασκαλίας ήταν ο σχολαστικισμός με βάση τη γραμματική.

· Μέθοδος απόδειξης ήταν η διαλεκτική, ένα σύνολο διαδικασιών μέσω των οποίων το αντικείμενο της γνώσης μετατρέπεται σε πρόβλημα και υπόκειται σε διάλογο αντιτιθέμενων πλευρών.

· Οι φοιτητές κρατούν σημειώσεις, με βάση τις οποίες τυπώνονται οι δια-λέξεις των καθηγητών, ως πανεπιστημιακά βιβλία . μία από τις σημαντικότερες καινοτόμες λειτουργίες του πανεπιστημίου.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 1277

Τα φυσικά και τα μεταφυσικά έργα του Αριστοτέλη και ο αραβικός σχολιασμός τους (προτάσεις σαφώς αντίθετες με το χριστιανικό δόγμα) προκάλεσαν την έντονη

αντίδραση των χριστιανών θεολόγων και επέφεραν τις αρχικές καταδίκες του 1270.

Οι πανεπιστημιακοί του Τμήματος των Τεχνών στο Παρίσι από το 1272 υποχρεώνονται να δίνουν όρκο ότι δεν θα διδάξουν οτιδήποτε φαίνεται να αγγίζει ταυτόχρονα φιλοσοφία και πίστη και το 1277 έχουμε τη γνωστή καταδίκη.

Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΣΜΟΥ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ

Σε αντίθεση με την πρακτική του 12ου αιώνα, όπου ο λόγιος δίδασκε ελεύθερα και ανάλογα με τη φήμη του της σπουδαστές, ο 13ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την είσοδο του αριστοτελισμού και την καθιέρωση των πανεπιστημίων, με συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών.

Ο αριστοτελισμός υιοθετείται από τη χριστιανική Ευρώπη με τρεις τρόπους:

α) μέσω του έργου του Αγίου Θωμά, ως κορυφαία έκφραση της προσπάθειας

συγκερασμού λόγου και πίστης,

β) με το έργο του Σίζερ και άλλων, με τον οποίο ο Λόγος αναβαθμίζεται, σε βαθμό

που να προκαλέσει την κρίση του 1277,

γ) μέσω της αντιπαράθεσης του Αγίου Μποναβεντούρα με τον αριστοτελισμό, ο

οποίος εξέφρασε νεοαυγουστινιανές θέσεις.

ΜΠΟΝΑΒΕΝΤΟΥΡΑ (1221-1274)

Ο Μποναβεντούρα εισάγεται στο φραγκισκανικό τάγμα, σπουδάζει στη Ρώμη και στο Παρίσι και μαζί με τον Ακινάτη είναι οι κύριοι υποστηρικτές των εντολών των μοναστικών ταγμάτων. Ο Μποναβεντούρα δομεί, στηριζόμενος της βασικές ιδέες του Αυγουστίνου ένα συνεκτικό σύστημα απόψεων, κεντρικά σημεία του οποίου είναι: η δημιουργία εκ του μηδενός, ο παραδειγματισμός, η σχέση μίμησης όλων των όντων της τον Θεό και η Θεία Φώτιση.

Κατά τον Θωμά, η νόηση σχηματίζει ότι κατανοεί από αισθητηριακά δεδομένα, τα ο-ποία της αντλούν τη δύναμή της από το Ένα. Ο Μποναβεντούρα επιχειρεί μια σύνθεση Λόγου και πίστης, με το Λόγο να υποτάσσεται.

ΣΙΖΕΡ

Ο Σίζερ σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Παρισιού. Θεωρείται εκπρόσωπος του κοσμικού αριστοτελισμού και ταυτόχρονα πιστός χριστιανός δηλαδή οπαδός της διπλής αλήθειας. Ο Σίζερ έχει αποδεχθεί τις θέσεις του κοσμικού αριστοτελισμού, ότι η δημιουργία εκ του μηδενός είναι φιλοσοφικά αδιανόητη και ότι η ανθρώπινη θέληση είναι καθορισμένη. Ταυτόχρονα όμως δεχόταν ότι η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί με επιχειρήματα φυσικής. Τρεις είναι οι τρόποι παρουσίασης του προβληματισμού για την κυριολεκτική έννοια του όρου της διπλής αλήθειας (φιλοσοφικής και χριστιανικής διδασκαλίας) :

1) Μπορεί κανείς να δεχθεί ταυτόχρονα ότι οι δύο αλήθειες αντιφάσκουν, όπως π.χ.

για το θέμα της αιωνιότητας ή της δημιουργίας του κόσμου.

2) Οι λόγιοι αναφέρουν τις θεωρίες του Αριστοτέλη χωρίς να παίρνουν θέση (π.χ. ο

Θωμάς).

3) Η αντίφαση ερμηνεύεται λέγοντας ότι τα συμπεράσματα της φιλοσοφίας είναι

ανακάλυψη του ανθρώπινου νου, ενώ οι αλήθειες της πίστης Αποκαλυπτικές,

συνεπώς οι μόνες αποδεκτές τελικά.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Ο Θωμάς Ακινάτης ήταν φιλόσοφος και θεολόγος . η σύνδεση που επιχείρησε μεταξύ της αριστοτελικής επιστήμης και της χριστιανικής Αποκάλυψης είχε μεγάλη επίδραση σε ολόκληρη την Δυτική σκέψη.

Ο Θωμάς πίστευε ότι τα θέμα της αιωνιότητας του κόσμου αφορά και τον ορθολογισμό αλλά και την αιγιακή σχέση του κόσμου με τον Δημιουργό.

Με τη διδασκαλία του οδήγησε τους θεολόγους στη μελέτη των έργων του Αριστοτέλη ώστε μέσα από την παρατήρηση και τον Λόγο να μάθουν να χρησιμοποιούν αυστηρές επιστημονικές μεθόδους για να εξηγήσουν τα μυστήρια της Αποκάλυψης όπου ο πιστός έχει πρόσβαση μόνο με τη βοήθεια της Θείας Φώτισης. Άρα, η Χάρη δεν καταστρέφει τη Φύση αλλά την τελειοποιεί.

Βασική θέση του Θωμισμού είναι η διάκριση μεταξύ ουσίας και ύπαρξης. Σε κάθε πεπερασμένο ον δίνεται η δυνατότητα να κινηθεί από την ύπαρξη και να δράσει, περιορίζοντας ταυτόχρονα την ύπαρξη. Ο Θεός είναι το μόνο αυθύπαρκτο Ον χωρίς διάκριση ανάμεσα στην ουσία και την ύπαρξή Του.

Η αγαθότητα του Θεού και των ανθρώπων, κατά τον Θωμά μπορεί να βεβαιωθεί με την αρχή της αναλογίας και να γίνει γνώσιμη στο επίπεδο της αναλογίας.

Ο ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΣ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ

Ολοκληρώνοντας την αναφορά στον 13ο αιώνα θα αναφερθούμε στην αγγλική παράδοση του «πατέρα» της πειραματικής μεθόδου, Ρόμπερτ Γκροσσετέστ και του εισηγητή του πρακτικού πνεύματος στην εφαρμοσμένη επιστήμη Ρότζερ Μπέικον, δίνοντας έμφαση στη μαθηματικοποίηση της επιστήμης και στον πειραματισμό.

ΡΟΜΠΕΡΤ ΓΚΡΟΣΣΕΤΕΣΤ (1170-1253)

Ο Γκροσσετέστ ήταν επίσκοπος του Lincoln, της επισκοπής που έλεγχε το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ανήκε στο φραγκισκανό τάγμα. Γνώστης των ελληνικών, ήταν ο πρώτος Άγγλος που μελέτησε σε βάθος τον Αριστοτέλη και τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας.

Ανήκε στη νεοαυγουστίνεια παράδοση και η αρχή της Θείας Φώτισης εμφανιζόταν όχι μόνο ως αφηρημένη φιλοσοφία αλλά και στις μελέτες του για το φως.

Οι αντιλήψεις του Γκροσσετέστ για την επιστήμη, τον ρόλο της επαγωγής και του πειράματος σύμφωνα με τα Αναλυτικά Ύστερα του Αριστοτέλη επιδιώκουν όχι μόνο γνώση του γεγονότος, απόδειξη του ότι, αλλά βαθύτερη απόδειξη του διότι του γεγονότος. Αξιοποιώντας την ιεραρχία των επιστημών του Αριστοτέλη ο Γκροσσετέστ χώρισε τις επιστήμες σε κατώτερες που παρέχουν τα γεγονότα, και ανώτερες (τα μαθηματικά) που δίνουν εξηγήσεις, λόγους και ερμηνείες γι’ αυτά. Ο Γκροσσετέστ ήταν από τους πρώτους που διείδαν την αντίφαση στην αστρονομική περιγραφή βάσει των πτολεμαϊκών έκκεντρων και επίκυκλων που έσωζαν τα φαινόμενα χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν τις αιτίες που προκαλούσαν τις ουράνιες κινήσεις.

Η μελέτη της εμπειρίας από τον Γκροσσετέστ γίνεται βάσει της αριστοτέλειας μεθόδου ανάλυσης και σύνθεσης : από την εμπειρία στη θεωρία και αντίστροφα. Κλασικό παράδειγμα ενός ορισμού για τις αιτίες εμφάνισης των φαινομένων ήταν η μελέτη της κοινής φύσης των κερασφόρων ζώων και της αιτίας που γεννά τα κέρατα. Η αρχική έρευνα διαπίστωσε ότι η ύπαρξη κεράτων σχετιζόταν πάντα με την έλλειψη δοντιών στην άνω σιαγόνα και την ύπαρξη περισσότερων του ενός στομάχων στο ζώο.

Στη συνέχεια διαπίστωσε περιπτώσεις ζώων που ικανοποιούσαν αυτούς τους όρους για τα δόντια και τον αριθμό των στομάχων, αλλά δεν είχαν κέρατα και τελικά κατέληξε στον ορισμό : «να έχει κέρατα σημαίνει να μην έχει δόντια στην άνω σιαγόνα» στα ζώα στα οποία η φύση δεν δίνει άλλους τρόπους προστασίας (ονομαστικός ορισμός).

ΡΟΤΖΕΡ ΜΠΕΙΚΟΝ

Ο Ρότζερ Μπέικον σπούδασε και αργότερα δίδαξε θεολογία στο Παρίσι. Ο πάπας Κλημέντιος Δ΄ πίεσε τον Μπέικον να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό θεολογικό έργο του Opus Majus.

  • Ο Μπέικον αρχίζει το Opus Majus με μια αναφορά στα τέσσερα εμπόδια της κατανόησης της αλήθειας τα οποία είναι :

1) η υποταγή σε λανθασμένη αυθεντία,

2) η δύναμη της συνήθειας,

3) η λαϊκή πρόληψη και, τέλος,

4) η επικάλυψη της άγνοιας με επίδειξη σοφίας.

Ο Μπέικον ήταν «επιστήμονας της πολυθρόνας (και όχι του εργαστηρίου) αλλά οι απόψεις του για τον πειραματισμό και τα μαθηματικά έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα : τα μαθηματικά «παρέχουν αλήθειες χωρίς σφάλμα» και η εμπειρία «βεβαιότητα χωρίς αμφιβολία».

  • Στο έργο του Opus Majus η εμπειρία είναι δύο ειδών : μία που προσλαμβάνεται μέσω των εξωτερικών αισθήσεων και μία που προκύπτει από εσωτερική φώτιση.
  • Ο Μπέικον υπογραμμίζει ότι ο πειραματιστής πρέπει : να έχει την ετοιμότητα να πιστέψει , να ακολουθήσει σε δεύτερη φάση η εμπειρία,, ώστε στην Τρίτη να λειτουργήσει ο Λόγος (αιτία).
  • Ο Μπέικον επίσης τονίζει την χρηστική (ωφελιμιστική) αξία της επιστήμης.

Γνώριζε μαθηματικά, τα χρησιμοποιούσε, αλλά δεν ήταν λαμπρός μαθηματικός. Η κύρια συμβολή του έγκειται στις σκέψεις του για το ρόλο που αναγνώριζε ότι έπαιζαν στη γενική φιλοσοφία της επιστήμης.

Ο Μπέικον θεωρείται «προφήτης» του υποβρυχίου, του αυτοκινήτου και του αεροπλάνου και αναγνώριζε το γεγονός ότι ο χριστιανικός κόσμος ήταν ένα μικρό μέρος του κόσμου, ο οποίος απαρτιζόταν κυρίως από μη πιστούς.

Οι Γκροσσετέστ και Μπέικον θεωρούνται από τους ιδρυτές της νεότερης επιστήμης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Η ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΤΟΝ 14ο ΑΙΩΝΑ

ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Ο 14ος αιώνας ήταν περίοδος μετασχηματισμών. Κατά τον αιώνα αυτό παρατηρούνται τα ακόλουθα κοινωνικά γεγονότα :

1) δημογραφική στασιμότητα,

2) η πανούκλα πλήττει τον πληθυσμό,

3) ξεσπάει ο Εκατονταετής Πόλεμος,

4) το φεουδαρχικό σύστημα εκχρηματίζεται,

5) χαράσσεται διαχωριστική γραμμή μεταξύ ανώτερης τάξης (ευγενείς, κλήρος)

και κατώτερης (αγρότες),

6) εμφανίζεται ένας νέος τύπος λογίου (ο ουμανιστής αριστοκράτης) στις αυλές

των ευγενών, ο οποίος δεν διδάσκει πλέον στα πανεπιστήμια αλλά σε elite θεσμούς κλειστών κοινοτήτων,

7) επέρχεται το «διαζύγιο πίστης και Λόγου».

Αντιπροσωπευτικοί φιλόσοφοι της εποχής είναι οι : Ουίλλιαμ Όκκαμ, Νικόλαος της Ωτρεκούρτ, Ζαν Μπουριντάν και Νικόλαος Ορέμ, γνωστοί και ως (calculatori) – υπολογιστές, του Κολεγίου Μέρτον της Οξφόρδης.

ΤΟ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Ο 14ος αιώνας είναι μια περίοδος ανάπτυξης της φυσικής φιλοσοφίας μακριά από τη φύση, μιας φυσικής φιλοσοφίας βασισμένης στη Λογική.

Κύριο χαρακτηριστικό της νέας περιόδου είναι η άρνηση της ύπαρξης αρμονίας μεταξύ του ανθρώπινου νου και της πραγματικότητας. Αυτή η αρμονία εκφράζεται με την αξιοποίηση καθολικών εννοιών, που μπορεί να είναι ουσίες ή μορφές δημιουργημένες από καθολικά γενικά αρχέτυπα ή θεϊκές ιδέες προερχόμενες από τη Θεία Φώτιση ή μέσω αφαίρεσης.

Από την εποχή του Αυγουστίνου μέχρι τον θάνατο του Ακινάτη, ίσχυε η παραδοχή ότι υπήρχε μια λογική και κατανοητή ερμηνεία του σύμπαντος και μια ανάλυση του ανθρώπου και των δυνατοτήτων του που θα μπορούσε να ανακαλυφθεί και να είναι η τελική για όλους τους ανθρώπους.

Η διάλυση αυτής της παραδοχής οδήγησε από τις παραδοσιακές φιλοσοφικές απόψεις (Via Antigua) στις μοντέρνες φιλοσοφικές συνάφειες (Via Moderna) των οπαδών του Όκκαμ όπου συντελέστηκε η μεγαλύτερη πρόοδος στα μαθηματικά, στη φυσική θεωρία και στη Λογική.

  • Οι διαφορές της Via Moderna από τη Via Antigua του 14ου αιώνα, μπορούν να ταξινομηθούν στις ακόλουθες περιοχές.

1) Η πρώτη αφορά τη φύση του γνώσιμου και τις πηγές της γνώσης, τα οποία ο Όκκαμ ταύτισε με ατομικά αντικείμενα που υπάρχουν έξω από τον νου και αποτελούν την μοναδική οντολογική πραγματικότητα, οδηγώντας σε ασυμμετρία ανάμεσα στο εννοιολογικό και στο πραγματικό.

2) Η δεύτερη περιοχή διαφορών ανάμεσα στις δύο θεωρήσεις αφορά θέματα πίστης και γνώσης. Ανεξάρτητα από την παραδοχή ή μη των αντιλήψεων του Όκκαμ και του 14ου αιώνα, οι χριστιανοί πίστευαν στην εγγενή αβεβαιότητα και στο τυχαίο όλων των όντων πλην του Θεού.

Στη χριστιανική παράδοση υπήρχε πάντοτε η παντοδυναμία του Θεού, η δυνατότητά Του να κάνει τον κόσμο όπως θέλει, το τυχαίο δηλαδή της Δημιουργίας. Αυτές οι παραδόσεις, τον 12ο-13ο αιώνα, αναζωογονήθηκαν τον 14ο αιώνα από τον Duns Scotus, ο οποίος μίλησε για δύο δυνάμεις του Θεού :

3) τη συνήθη διατεταγμένη δύναμη (potential ordinata) και την απόλυτη

δύναμη (potential absoluta), έκφραση της παντοδυναμίας του Θεού. Η

θεώρηση αυτής της διάκρισης αποτελεί την τρίτη μεγάλη διαφορά.

  • Ο 14ος αιώνας οδήγησε, ύστερα από μερικούς αιώνες το άτομο, να γίνει πια κύριο της ατομικότητάς του.
  • Ο Moody στο σημαντικό άρθρο του «Εμπειρισμός και Μεταφυσική στη Μεσαιωνική Φιλοσοφία» (1958) καταλήγει σε δύο συμπεράσματα σχετικά με τον μεσαιωνικό σχολαστικισμό :

α) ότι η βασική αντιμεταφυσική τάση της εκκλησίας οδήγησε την τελευταία σε

επιτυχημένες εμπειρικές αντιλήψεις, μέσα όμως στο πλαίσιο της σχολαστικής

παράδοσης, και

β) ότι, οι μεσαιωνικοί θεολόγοι μέσα από την κριτική της ελληνικής και

αραβικής φιλοσοφίας μετασχημάτισαν τελικά τη φιλοσοφία από κυρίαρχη

κοσμολογική ελληνική αντίληψη σε δραστηριότητα στην οποία πρωτεύοντα

ρόλο έχουν αναλυτικές μορφές φιλοσοφικής αναζήτησης.

· Η κίνηση ταξινομείται στον Αριστοτέλη ως εξής : εάν η μεταβολή αφορά την ποιότητα της ουσίας έχουμε αλλοίωση, ενώ εάν αφορά την ποσότητά της έχουμε αύξηση ή φθίση και τέλος – εάν αφορά τον τόπο της έχουμε φορά (με τη σημερινή έννοια της κίνησης).

ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΟΚΚΑΜ (1285-1349)

Ο Όκκαμ έγινε φραγκισκανός μοναχός σε νεαρή ηλικία και σπούδασε θεολογία στην Οξφόρδη. Ο Όκκαμ έχει ως βασικό αξίωμα της φυσικής του θεωρίας την παραδοχή ότι μόνο απόλυτα πράγματα (res absolutae) υπάρχουν στη φύση και αυτά είναι δύο ειδών : ουσίες και ποιότητες .

Με τον όρο «ποιότητες» εννοεί αυτά που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, π.χ. μέγεθος, μορφή, βάρος, χρώμα και με τον όρο «ποσότητες», εννοεί την κίνηση τον χρόνο, τα αίτια, τα οποία όμως δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από τα αντικείμενα, συνεπώς δεν έχουν ανεξάρτητη ύπαρξη.

Επειδή ο Όκκαμ αρνείται να χρησιμοποιήσει τα μαθηματικά σε συνδυασμό με τις οντότητες για να εξηγήσει την κίνηση, οι θέσεις του είναι κενές από φυσική άποψη.

Ενδιαφέρον έχει η διαφοροποίηση των calculatori από τον Όκκαμ. Ενώ ο Όκκαμ ενδιαφερόταν να αναγάγει οτιδήποτε έχει πραγματική σημασία στα ατομικά πράγματα, ο Heytesbury του Μέρτον θεώρησε ότι πέρα από τα πραγματικά υπάρχουν και οι φυσικομαθηματικές έννοιες : σημείο, γραμμή, επιφάνεια, στιγμή, χρόνος κίνηση και οδηγήθηκε σε νέους υπολογισμούς και νέες ακρίβειες.

ΖΑΝ ΜΠΟΥΡΙΝΤΑΝ (1295-1358)

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αντίληψη του Μπουριντάν για την αριστοτελική έννοια του χώρου και η κριτική του στον ριζοσπάστη φιλόσοφο Νικόλαο της Ωτρεκούρτ.

Ο Μπουριντάν διακρίνει δύο πλευρές στον αριστοτελικό χώρο :

  1. τον χώρο με την έννοια του περιβάλλοντος χώρου ο οποίος κινείται μαζί με το περιεχόμενό του, και
  2. αυτόν ο οποίος δεν κινείται π.χ. ο πύργος της Νοτρ Νταμ (ακίνητος),

αντίθετα με τον περιβάλλοντα χώρο – αέρας (κινητός).

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΗΣ ΩΤΡΕΚΟΥΡΤ (1300-…)

Σπούδασε νομικά και θεολογία στο πανεπιστήμιο του Παρισιού και ήταν οπαδός του Όκκαμ.

Η κεντρική του θέση αφορά τη μη ύπαρξη ορίου στον φιλοσοφικό σκεπτικισμό για την ύπαρξη αντικειμένων τα οποία υπάρχουν έξω από τον νου μας.

Οι απόψεις του δεν ήταν κυρίαρχες στην εποχή του, παρά υπογράμμισαν μέσω της εσωτερικής κριτικής τον απόηχο της σκέψης της εποχής του.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΟΡΕΜ (1320-1382)

Ο Γάλλος Νικόλαος Ορέμ, μαθητής του Μπουριντάν, σε μια πλευρά του έργου του διατυπώνει την άποψη ότι οι κινήσεις των ουράνιων σωμάτων είτε είναι σύμμετρες μεταξύ τους είτε σε ορισμένες περιπτώσεις παρουσιάζουν ασυμμετρότητα.

Σύμφωνα με την άποψη αυτή διαχωρίζονται τα μαθηματικά από την αστρονομία της πράξης καθώς τα πρώτα αφορούν ακριβή μεγέθη ενώ η αστρονομία αξιοποιεί μετρήσεις, ώστε να μην είναι δυνατή πλήρης ακρίβεια με τη βοήθεια κανενός πίνακα.

Ο Νικόλαος Ορέμ, ως ένας από τους ευφυέστερους επιστήμονες του 14ου αιώνα δεν υπερβαίνει τα όρια του αριστοτελικού πυρήνα και διατηρεί τον διαχωρισμό μεταξύ υπερσελήνιου – γήινου κόσμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟΥΣ ΜΕΣΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Η μεσαιωνική τεχνολογία μόλις πρόσφατα έγινε αντικείμενο συστηματικής μελέτης. Οι σύγχρονες μελέτες προερχόμενες κατά βάση από Δυτικούς λογίους, αποδίδουν συχνά την αντιπαράσταση χριστιανών-ειδωλολατρών και αποδίδουν την παρακμή του αρχαίου κόσμου στην αδυναμία του ρωμαϊκού κόσμου να υπερβεί το εμπόδιο της έλλειψης οργάνων για την ορθολογικότερη χρήση της εργασίας.

Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Στο κλασικό έργο Didascalicon του Huge του Saint Victor (1120) οι επιστήμες ταξινομούνται ως εξής :

· οι θεωρητικές επιστήμες, οι οποίες αναζητούν την αλήθεια,

· οι πρακτικές, οι οποίες εξασφαλίζουν την ηθική,

· οι λογικές, οι οποίες βοηθούν στην ενίσχυση της επιχειρηματολογίας και οι μηχανικές. Οι μηχανικές υποδιαιρούνται σε επτά κλάδους :

1. την υφαντουργία,

2. την οπλουργία,

3. το εμπόριο,

4. τη γεωργία,

5. το κυνήγι,

6. την ιατρική,

7. τη θεατρική τέχνη.

Ο Huge δίνει την ακόλουθη ερμηνεία για τη νομιμοποίηση αυτών των μηχανικών τεχνών : αυτές οι επιστήμες ονομάζονται μηχανικές δηλ. μοιχαλίδες , γιατί ασχολούνται με το προϊόν του τεχνικού, ο οποίος δανείζεται τη μορφή του από τη φύση. Η ιστορία της δημιουργίας του κόσμου για τους χριστιανούς είναι γραμμική και δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο, καθώς ο Θεός δίνει εντολή στον συνεργάτη Του άνθρωπο να εξουσιάζει τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτό η εργασία γίνεται μορφή προσευχής .

ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ – ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Σήμερα η τεχνολογία θεωρείται συχνά εφαρμοσμένη επιστήμη, όμως μέχρι και το πρώτο τρίτο του 19ου αιώνα η επιστήμη απλώς προσπαθούσε να κατανοήσει τη φύση και η τεχνολογία να τη χρησιμοποιήσει. Κατά τον 13ο αιώνα οι τεχνολόγοι ήταν συνήθως αυτοδίδακτοι, οι τεχνίτες βασίζονταν στα δεδομένα και όχι στα βιβλία των μυστικών της φύσης και μπορούμε να πούμε ότι δημιούργησαν την τεχνολογία τους ξεχωριστά από την ανάπτυξη της επιστήμης. Κλασικό παράδειγμα ο Λεονάρντο ντα Βίντσι (επιστήμονας και τεχνολόγος).

ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ

Κατά τη διάρκεια της μεσαιωνικής περιόδου καταγράφονται ορισμένα χαρακτηριστικά επιτεύγματα της τεχνολογίας σε διάφορους κλάδους. Όσον αφορά την αγροτική παραγωγή εισήχθησαν σημαντικές καινοτομίες ήδη από τον 6ο αιώνα, όπως :

  • το βαθύ όργωμα από 8 βόδια και
  • η αντικατάσταση του συστήματος των δύο αγρών – μισός με σιτηρά και μισός σε αγρανάπαυση - , από το σύστημα των τριών αγρών σύμφωνα με το οποίο ο ένας αγρός αναπαυόταν, ο δεύτερος σπερνόταν με χειμερινά σιτηρά και ο τρίτος με ανοιξιάτικα φυτά, όσπρια κλπ.

Η πολεμική τέχνη αναπτύχθηκε :

  • με τη χρήση του αναβολέα από τον έφιππο μαχητή

και συνέβαλε στη δημιουργία του φεουδαρχικού θεσμού της ιπποσύνης, της κουλτούρας του αλόγου.

  • Η χρησιμοποίηση του ξύλου, του σιδήρου, του δέρματος κλπ. (χύτευση καμπάνων, κανονιών κ.ά.).

ü Ο μεγάλος αριθμός των νερόμυλων. Σύμφωνα με πηγές το 1086 σε τρεις χιλιάδες χωριά στην Αγγλία υπήρχαν κατά μέσο όρο 2 νερόμυλοι στο καθένα και η μονοπωλιακή χρησιμοποίησή τους από εξαρτημένους χωρικούς, οδήγησε συχνά σε αγροτικές εξεγέρσεις.

ü Το μηχανικό ρολόι είναι σημαντική εξέλιξη των μεσαιωνικών μηχανοσκευών.

Τα μηχανική ρολόγια στις ευρωπαϊκές πόλεις αποτελούν ήδη από τον 14ο αιώνα πια σύμβολά τους.

ü Η εμφάνιση των γυαλιών όρασης γίνεται στην Ιταλία γύρω στο 1280 και 30 χρόνια αργότερα, όπως αποδεικνύεται από τεκμήρια ήταν πλέον κοινή πρακτική.

ü Τα μοναστήρια ήταν αυτοτελείς οικονομικές μονάδες, χτισμένα σε απόμερες περιοχές, ώστε οι μοναχοί να αποφεύγουν τους πειρασμούς της ζωής. Τα μοναστήρια αυτά εξελίχθηκαν σε οικονομικές αυτοκρατορίες, βασισμένα στη συγκεντρωτική διοίκηση και στις τεχνολογικές καινοτομίες.

ü Τον 13ο αιώνα παρατηρείται εμφάνιση ισχυρών συντεχνιών στο εμπόριο και στην παραγωγή αγαθών στις πόλεις, οι οποίες διατήρησαν τα χαρακτηριστικά τους μέχρι τον 18ο αιώνα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

ΚΙΝΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Από τον 12ο αιώνα τα Φυσικά του Αριστοτέλη, όταν μεταφράστηκαν από τα αραβικά και το ελληνικό πρωτότυπο, άσκησαν μεγάλη επίδραση στη Δυτική διανόηση.

Τα δύο πρώτα βιβλία των Φυσικών εισάγουν την έννοια της κίνησης και τις τέσσερις αριστοτελικές αιτίες (υλική, ποιητική, τυπική και τελική). Εδώ παρουσιάζεται το δόγμα του περί ουσίας και μορφής, σύμφωνα με το οποίο η αλλαγή είναι :

  • γένεση και φθορά ή αλλοίωση
  • αύξηση και μείωση και
  • η τοπική κίνηση

Στο έβδομο (ημιτελές) βιβλίο του αναλύονται οι σχέσεις ανάμεσα στο κινούμενο σώμα και στο κινούν. «Καθετί που κινείται, ωθείται στην κίνηση από κάποιο άλλο πράγμα, ξέχωρα από το κινούμενο. Στα έμψυχα αντικείμενα, η ψυχή είναι το κινούν του σώματος, ενώ στα ουράνια σώματα το κινούν ήταν μια ουράνια νόηση.
Στο όγδοο βιβλίο του ο Αριστοτέλης καταλήγει στη γνωστή θεωρία της αντιπερίσπασης, σύμφωνα με την οποία η κίνηση του βλήματος προκαλείται από τη διαρκή πίεση που ασκεί σε αυτό ο περιβάλλων αέρας.

Ο Αριστοτέλης εισάγει επίσης τη διάκριση της κίνησης σε φυσική και βίαιη. Η φυσική κίνηση αφορά μετατοπίσεις, κατά τις οποίες τα σώματα κινούνται ανάλογα με την υπόστασή τους,. Σώματα στα οποία κυριαρχούν ως συστατικά η γη και το νερό κινούνται προς τα κάτω, ενώ άλλα στα οποία κυριαρχούν ο αέρας και η φωτιά προς τα πάνω. Στις βίαιες κινήσεις τα σώματα μετατοπίζονται με τη δράση εξωτερικού κινούντος. Αν και ο Αριστοτέλης αποφεύγει τη χρήση μαθηματικών στην περιγραφή της φύσης θεωρεί ότι η κίνηση στο κενό είναι αδύνατη και απορρίπτει εντελώς την έννοια του κενού.

Οι απόψεις αυτές του Αριστοτέλη, επεξεργάζονται μαθηματικά τον 14ο αιώνα από τους calculatori (υπολογιστές) του Κολεγίου Μέρτον της Οξφόρδης.

ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

  • Ο Ιωάννης Φιλόπονος θεωρείται ο πρώτος ο οποίος άσκησε κριτική στις δυναμικές θεωρίες του Αριστοτέλη . αποδέχεται την κίνηση στο κενό και καταργεί την αριστοτελική ισοτιμία της δρώσας και αντιστεκόμενης δύναμης.
  • Ο Άραβας Avempace ανέπτυξε εντελώς ανάλογες απόψεις.
  • Ο Άγιος Θωμάς ο Ακινάτης διακρίνει τα πλατωνικά στοιχεία του Avempace και κατανοεί το σώμα ως απλό γεωμετρικό μέγεθος, όχι ως μάζα και σε αυτό το μέγεθος θεωρεί ότι ασκείται αντίσταση . προσπαθεί έτσι να γενικεύσει την αριστοτέλεια ουράνια δυναμική, στην οποία τα σώματα κινούνται από νόες, και να συμπεριλάβει σε αυτή τη γήινη μηχανική.

ΠΟΙΟΣ ΚΙΝΕΙ ΤΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ

  • Όσον αφορά το αίτιο της συνέχισης της κίνησης, ο IbnSina επηρεάστηκε από τις νεοπλατωνικές θέσεις του Φιλόπονου και πρότεινε τη θεωρία της κλίσης (mail).
  • Η περιγραφή του Μπουριντάν για το impetus (ορμή) που αποτελεί συνέχεια αυτής της θεωρίας, μπορεί να παραπέμψει σε κάτι ανάλογο της κλασικής ορμής, μια και το impetus εμφανίζεται ανάλογο της ταχύτητας και της «πρώτης μάζας» (J = m . υ). Το impetus ενώ έχει τα χαρακτηριστικά της δύναμης, φαίνεται να αντιστοιχεί στα αποτελέσματα της αρχικής δύναμης στο κινητό. Η μηχανική του impetus του Μπουριντάν δίνει μια απάντηση και στο πρόβλημα της φύσης της βαρύτητας.

Η ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΛΕΓΙΟΥ ΜΕΡΤΟΝ ΤΗΣ ΟΞΦΟΡΔΗΣ

Το έργο της ομάδας των calculatori της Οξφόρδης εντάχθηκε στην προσπάθεια παραγωγής αξιωματούχων του κράτους και της Εκκλησίας. Στα έργα τους τα οποία αφορούν την κίνηση διαμορφώνουν μια σαφή διάκριση ανάμεσα στη δυναμική και στην κινηματική, εισάγουν την έννοια της στιγμιαίας ταχύτητας και την μελέτη της, ορίζουν την ομοιόμορφα επιταχυνόμενη κίνηση και τέλος, διατυπώνουν ποικιλόμορφα το θεμελιακό κινητικό θεώρημα της μέσης τιμής, το οποίο αξιοποίησε στις μελέτες του και ο Γαλιλαίος.

ΤΟΜΟΣ Β΄

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΟΙ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΣΤΟΝ ΓΑΛΙΛΑΙΟ

ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ

Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν στην ανάπτυξη του νέου πνεύματος της επιστημονικότητας. Μία από αυτές τονίζει τη σημασία του κυρίαρχου νεοπλατωνισμού κατά την περίοδο της Αναγέννησης, ο οποίος ενθάρρυνε τους στοχαστές να βλέπουν μια υποκείμενη μαθηματική δομή μέσα στη φύση.

Τόσο ο Κέπλερ όσο και ο Γαλιλαίος υπέστησαν μια τέτοια πυθαγόρεια επιρροή, σύμφωνα με την οποία ο αριθμός είναι το κλειδί για την αποκρυπτογράφηση των νόμων που διέπουν το σύμπαν.

Η ΣΤΡΟΦΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Από τα πρώτα της βήματα η νεώτερη επιστήμη βασίστηκε στο νεοπλατωνικό κοσμοείδωλο, και στράφηκε προς την συστηματική ενασχόληση με την εμπειρία δηλ. με την πειραματική θεμελίωση της επιστημονικής θεωρίας.

Κατά την Αναγέννηση συντελείται μια «ριζική αλλαγή παραδείγματος» δηλ. μια μεταβολή στους τρόπους με τους οποίους ο ανθρώπινος νους ερμηνεύει τον κόσμο.

Η στροφή αυτή δεν δίνει μόνο έμφαση στην μαθηματική έκφραση των φυσικών νόμων αλλά ξεκινά από την κατανόηση της φύσης ως ενός μηχανικού συστήματος, τελείως διαφορετικού από το πλατωνικό όραμα της συμπαντικής αρμονίας. Η επιστήμη ασχολείται εφεξής αποκλειστικά και μόνο με την εμπειρική κατασκευή των πραγμάτων.

ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΝΑΛΙΣΜΟΥ

Ο ΟΚΚΑΜ ΚΑΙ ΤΟ ΞΥΡΑΦΙ ΤΟΥ

Η συστηματική κριτική της αριστοτελικής θεωρίας για την κίνηση των υλικών σωμάτων και τελικά, η αποβολή της ιδέας των τελικών αιτίων (του σκοπού), κατέληξε στην απόρριψη του αριστοτελισμού, γεγονός το οποίο λειτούργησε ως προϋπόθεση για την καινούργια πειραματική σχέση με την εμπειρία. Ο σύγχρονος τρόπος του διανοείσθαι αποτέλεσε το φιλοσοφικό κίνημα της ονοματοκρατίας ή νομιναλισμού. Ιδρυτής του υπήρξε ο Άγγλος Ουίλλιαμ Όκκαμ (1290-1349), ο οποίος προσπάθησε να «καθαρίσει» τη φιλοσοφία από την πληθώρα των καταχρηστικών υποθέσεων και παραδοχών προτείνοντας τον κανόνα που επιγράφεται «Το ξυράφι του Όκκαμ».

Σύμφωνα με την αρχή αυτή σε κάθε περίπτωση πρέπει να προτιμάται η πλέον απλή και ευθεία εξήγηση ενός φαινομένου. Με τον τρόπο αυτό ο Όκκαμ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι καθολικές έννοιες δεν έχουν πραγματική υπόσταση (είναι απλώς φωνές). Ουσία και μοναδική υπόσταση έχουν τα αυθύπαρκτα άτομα. Έτσι ο Όκκαμ στην πράξη αποκαθιστά την εμπειρική πραγματικότητα ως πρωταρχικό θεμέλιο της επιστημονικής αλήθειας. Οι ιδέες του Όκκαμ ενσωματώθηκαν αργότερα κατά τον 18ο αιώνα στη θεωρία της αιτιότητας του Χιουμ.

Η ΔΙΑΨΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ

  • Η αριστοτελική φυσική θεωρεί την κίνηση (και όχι την αδράνεια) μια διαδικασία που αποσκοπεί στο να λάβουν τα διάφορα όντα την πλήρη φυσική μορφή τους (βιολογική), αλλά και στο να λάβουν τα διάφορα όντα τη θέση τους, σύμφωνα με την κατασκευή του κόσμου (οι πέτρες στο κέντρο της γης, η φωτιά στον ουρανό κλπ.).
  • Στην περίπτωση των μη φυσικών ή βίαιων κινήσεων (της ρίψης π.χ. ενός ακοντίου) η μετατόπιση του βλήματος αποδίδεται στους παλμούς του αέρα που το ωθεί, δεν μπορεί όμως να εξηγήσει την κίνηση σωμάτων όπως η σβούρα που κινούνται περιστροφικά.
  • Η διάψευση λοιπόν αυτή οδήγησε τον Μπουριντάν στην έκφραση της θεωρίας της «ορμής» (impetus). Σύμφωνα με αυτή, το χέρι του ρίψαντος μεταδίδει στο βλήμα μια ορμή που το κινεί ενώ μειώνεται βαθμιαία επηρεαζόμενο από την επίδραση της (άγνωστης ακόμα εκεί η την εποχή) βαρύτητας.

Έτσι λοιπόν η θεωρία της κίνησης βρίσκεται σε αδιέξοδο μέχρι την εμφάνιση του Γαλιλαίου και των πειραματικών ερευνών του.

Η ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΠΑΔΟΥΑΣ

Η επιστημονική σταδιοδρομία του Γαλιλαίου άρχισε στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας (το μόνο που δεν ήταν θεολογική σχολή).

Η συμβολή του πανεπιστημίου της Πάδοβας υπήρξε αποφασιστική στις νεωτερικές αντιλήψεις περί επιστημονικής μεθόδου.

Το πρωτότυπο στοιχείο που καλλιεργήθηκε στην Πάδοβα ήταν να ορισθεί συστηματικά η μέθοδος αναγωγής «ευρετική διαδικασία» στις αιτίες των φαινομένων με τρόπο που να αποφεύγεται ένας ανεξέλεγκτος ενορατισμός.

Οι δύο πτυχές της διαδικασίας αυτής είναι η ανάλυση (resolutio) και η σύνθεση (compositio).

Η ανάλυση αρχίζει από ένα περίπλοκο φαινόμενο το οποίο ο επιστήμονας θεωρεί αποτέλεσμα αιτίων τα οποία ακόμη δεν γνωρίζει. Για να ανακαλύψει λοιπόν την αιτία ο επιστήμονας διασπά το φαινόμενο στα πρωτογενή και θεμελιακά του στοιχεία.

Τέλος από τα στοιχεία αυτά ανασυνθέτει το φαινόμενο. Η αναλυτική της Πάδοβας όμως υστερεί σε ένα βασικό σημείο : η έμφαση στην πειραματική διαδικασία. Αυτό το κενό ήρθε να καλύψει ο Γαλιλαίος.

Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ

ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΔΡΑΝΕΙΑΣ

Η μεγάλη καινοτομία του Γαλιλαίου βρίσκεται στην ερμηνεία της ανάλυσης και της σύνθεσης, όχι ως λογικών, αλλά ως εμπειρικών διαδικασιών.

Ο Γαλιλαίος απέδειξε ως αβάσιμο μεταξύ άλλων και ένα από τα αξιώματα της αριστοτελικής φυσικής ότι δηλ. η ταχύτητα της ελεύθερης πτώσης των σωμάτων είναι συνάρτηση του βάρους τους, δηλαδή τα βαρύτερα σώματα πέφτουν γρηγορότερα και τα ελαφρά αργότερα. Τα αποτελέσματα των πειραμάτων του σε κεκλιμένο επίπεδο όπου άφηνε να κυλούν σφαίρες από διαφορετικά υλικά (ξύλο, σίδερο) το απέδειξαν. Έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι : πάνω στα σώματα σε ελεύθερη πτώση μέσα στο κενό, δρα μια δύναμη η οποία τα επιταχύνει όλα ομοιόμορφα, εντελώς ανεξάρτητα από το βάρος τους, με αποτέλεσμα η απόσταση που διανύει το καθένα να ισούται με το τετράγωνο του χρόνου από τη στιγμή της εκκίνησης (d = t2). Οι φαινομενικές διαφορές στην ταχύτητα οφείλονται στην αντίσταση του μέσου μέσα στο οποίο γίνεται η πτώση (δηλαδή ο αέρας).

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Γαλιλαίος ανακάλυψε και την αρχή της αδράνειας : κάθε σώμα από τη στιγμή που θα τεθεί σε κίνηση θα συνεχίσει να κινείται στο διηνεκές με σταθερή και ομοιόμορφη κίνηση σε ευθεία γραμμή, εκτός αν επενεργήσει επάνω του μια άλλη δύναμη (π.χ. η παραβολική τροχιά των βλημάτων, ως αποτέλεσμα της άσκησης πάνω τους δύο δυνάμεων της οριζόντιας από το χέρι του βάλλοντος και της κατακόρυφης από την επιτάχυνση της βαρύτητας).

Ακόμα ο Γαλιλαίος επιχείρησε ανεπιτυχώς να εξηγήσει με μαθηματικό τρόπο το φαινόμενο των παλιρροιών ως συνδυασμό των δύο κινήσεων της Γης (περιστροφικής γύρω από τον άξονά της και περιφοράς γύρω από τον ήλιο).

Ο ΝΕΥΤΩΝ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ (1642-1727)

Η ουράνια μηχανική του Νεύτωνα, του μέγιστου ίσως επιστημονικού νου όλων των εποχών, ενοποίησε τους νόμους του Κέπλερ και τη μηχανική του Γαλιλαίου σε μια θεωρία για τη δομή του σύμπαντος.

Ως αποτέλεσμα του επιστημονικού του κύρους ήρθε η γενική παραδοχή ότι η αλήθεια τόσο ως προς τα φυσικά όσο και ως προς τα κοινωνικά πράγματα προκύπτει από τις διαδικασίες της παρατήρησης και του πειραματικού ελέγχου των θεωριών. Οι επιμέρους επιστημονικές ανακαλύψεις του Νεύτωνα π.χ. για τη φύση του φωτός κατέληξαν στη διαπίστωση ότι το φως αποτελείται από στοιχειώδη σωματίδια (τα φωτόνια) που κινούνται σε ευθεία γραμμή με ασύλληπτη ταχύτητα.

Μια ακτίνα λευκού φωτός διερχόμενη μέσα από κρυστάλλινο πρίσμα αναλύεται σε ένα φάσμα χρωμάτων με το ιώδες και το κόκκινο στα άκρα του.

Καθώς ο Νεύτων (διετέλεσε καθηγητής των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ) οδήγησε στην ανακάλυψη μιας νέας μεθόδου (του διαφορικού λογισμού).

ΝΕΥΤΩΝ : ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Το αποκορύφωμα της σταδιοδρομίας του Νεύτωνα ήταν η δημοσίευση το 1687 των μαθηματικών αρχών της φυσικής φιλοσοφίας. Στο έργο αυτό ενοποιούνται οι θεμελιώδεις αρχές μιας γενικής κοσμολογίας, με σκοπό την κατανόηση της φύσης ως ενιαίου συστήματος και των νόμων οι οποίοι την διέπουν, καθώς και μια εικασία για τη φύση του υπέρτατου όντος που δημιούργησε αυτό τον κόσμο.

Η κοσμολογία Principia mathematica (μαθηματικών Αρχών) συνοψίζεται στα περίφημα τρία «αξιώματα, ή νόμους της κίνησης».

  1. Το πρώτο αξίωμα είναι ο νόμος της αδράνειας : κάθε σώμα παραμένει σε ακινησία, ή κινείται με ομοιόμορφη κίνηση επί ευθείας γραμμής, εκτός αν βρεθεί υπό την επήρεια δυνάμεων που το αναγκάζουν να αλλάξει κατάσταση.
  2. Το δεύτερο αξίωμα δηλώνει ότι κάθε αλλαγή στην κίνηση του σώματος είναι ανάλογη με το μέγεθος της δύναμης που την προκαλεί, προς την κατεύθυνση της ευθείας επί της οποίας ασκείται η δύναμη αυτή.
  3. Το τρίτο αξίωμα θέτει ότι σε κάθε δράση αντιτίθεται μια ίσου μεγέθους αντίδραση. Η πιο γενική δύναμη, που δρα στο σύμπαν, είναι η δύναμη της βαρύτητας που επηρεάζει όλα τα υλικά σώματα :

F = G . m 1 . m 2 / R 2

Το γεγονός ότι η παγκόσμια δύναμη F δρα εξ’ αποστάσεως έδωσες στα μάτια των επιστημόνων της εποχής την αίσθηση ότι πρόκειται για μια σχεδόν «μαγική» δύναμη.

Όμως η περιοδικότητα των τροχιών των πλανητών και των κομητών, η περίφημη πτώση των μήλων και οι παλίρροιες έδωσαν τις απαραίτητες αποδείξεις ώστε η φυσική επιστήμη να γίνει αποδεκτή ως ο εγκυρότερος διαχειριστής της αλήθειας που αφορά τον έλεγχο των φυσικών φαινομένων.

Τα καταληκτικά κεφάλαια των Principia καθιερώνουν νέους «κανόνες λογισμού στη φιλοσοφία», επειδή αποφεύγουν τις αυθαίρετες και εμπειρικά αστήρικτες υποθέσεις και εισάγουν «προτάσεις» που αντλούνται από την εμπειρία και συνεπώς την υπερβαίνουν.

ΝΕΥΤΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΣ

Στα καταληκτικά κεφάλαια των principia περιγράφεται μια φιλοσοφική εικασία σχετικά με το ποιόν του Θεού, θέτοντας τη βάση για ένα καινούργιο τύπο θρησκευτικής ευσέβειας, τη λεγόμενη «φυσική θρησκεία» (natural religion) η οποία κυριάρχησε κατά την περίοδο του διαφωτισμού. Κατά την άποψη του Νεύτωνα, ο κόσμος διευθετείται τόσο τέλεια ώστε θα ήταν ουσιαστικά αδιανόητο και απίθανο να αποφέρουν οι τυχαίες κινήσεις της νεκρής ύλης , αυτή την άρτια εφαρμογή που περιγράφει η επιστημονική θεωρία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Η ΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ Η ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 18ο ΚΑΙ 19ο ΑΙΩΝΑ ΑΠΟΒΑΛΛΟΥΝ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ (ΔΑΡΒΙΝΟΣ)

Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

΄Ήδη από την αρχαιότητα είχε διατυπωθεί η θεωρία των στοιχείων, των τεσσάρων δηλαδή βασικών μορφών της ύλης (γη, νερό, αέρας και φωτιά) των οποίων η μείξη παράγει όλα τα σώματα της εμπειρίας μας . κατά τον Εμπεδοκλή τα 4 «ριζώματα».

Το θεμελιακό πρόβλημα της χημείας ήταν η αναγνώριση των βασικών συστατικών της ύλης (των πρωταρχικών σωματιδίων) από τα οποία σχηματίζονται όλες οι ουσίες του κόσμου μας.

ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΙΑΤΡΟΧΗΜΕΙΑ

Καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα η χημεία ήταν ταυτόσημη με τη μαγεία και η αναζήτηση της «φιλοσοφικής λίθου» που θα μετέτρεπε όλα τα ευτελή μέταλλα σε χρυσό οδήγησε στην κυριαρχία της αλχημείας. Η θρυλική μορφή του Φάουστ και η «ιατροχημεία» του Ελβετού πρακτικού γιατρού Παράκελσου, αντικατοπτρίζουν τη δυσαρέσκεια του μέσου ανθρώπου της εποχής για τις σκοτεινές παραεπιστημονικές έρευνες των αλχημιστών του καιρού του.

Ο BOYLE ΚΑΙ Η ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Στο καθοριστικό του έργο για το μέλλον της επιστήμης της χημείας ο Boyle, «ο σκεπτικός ή αμφισβητίας χημικός», θεμελιώνει δύο βασικές θέσεις :

  1. Τα στοιχεία των αλχημιστών δεν είναι στην πραγματικότητα στοιχεία και
  2. Ο αριθμός των στοιχείων είναι περισσότερα από τέσσερα ή επτά που είχε καθιερώσει η αλχημική.

Απόδειξη του νόμου του Boyle η περιγραφή του τύπου PV = K δηλαδή η πίεση και ο όγκος ενός αερίου είναι ανάλογα, με αποτέλεσμα το γινόμενο να παραμένει σταθερό.

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΟΞΥΓΟΝΟΥ

Η μεγαλύτερη ανακάλυψη κατά τον 18ο αιώνα ήταν η απομόνωση του οξυγόνου από τον Joseph Pristley. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα είχε ανακαλυφθεί επαρκής αριθμός στοιχείων ώστε ο Ρώσος επιστήμονας Dimitri Medeleev να καταστρώσει το 1879 τον περιοδικό πίνακα των στοιχείων.

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΒΟΥΑΖΙΕ

Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επιστημονική θεμελίωση της χημείας ήταν μια λανθασμένη θεωρία για την καύση των υλών, που κυριαρχούσε κατά τον 18ο αιώνα.

Ο μεγάλος Γάλλος χημικός Αντουάν Λαβουαζιέ απέδειξε ότι η καύση είναι στην πραγματικότητα οξείδωση, ένωση δηλαδή της καιόμενης ουσίας με οξυγόνο για την παραγωγή οξειδίου.

Η ΕΠΑΝΑΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Η ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΣΚΕΨΗ

Η ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ BUFFON (44 τόμοι)

Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ

ΟΙ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΛΙΝΝΑΙΟΥ

Μια σημαντική επιστημονική συμβολή κατά τον 18ο αιώνα ήταν η συστηματοποίηση της ονοματολογίας των φυτών από τον Σουηδό φυσιοδίφη Κάρολο Λινναίο. Στο έργο του «Το σύστημα της φύσης», 1735 ο Λινναίος εισήγαγε τη διώνυμη ονομασία των φυτών , η οποία επιτρέπει μια γενική κατάταξη που αποδεικνύει τις ομοιότητες ανάμεσά τους.

Οι βασικές κατηγορίες που είχε εισαγάγει εξακολούθησαν να αποτελούν το βασικό πλαίσιο των μορφολογικών ταξινομήσεων : βασίλεια, συνομοταξίες, τάξεις, γένη και είδη.

Η ΠΡΩΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ (ΛΑΜΑΡΚ)

Ο πρώτος εισηγητής μιας ολοκληρωμένης θεωρίας για την εξέλιξη των ειδών ήταν ο Γάλλος Ζαν Μπαπτίστ Λαμάρκ. Στο έργο του «Ζωολογική φιλοσοφία», 1809, θεωρεί το περιβάλλον ως καθοριστικό παράγοντα της εξέλιξης. Δηλαδή κάτω από την πίεση του περιβάλλοντος οι βιολογικές δομές ενδυναμώνονται ή ατροφούν και τα επίκτητα χαρακτηριστικά κληρονομούνται στους απογόνους.

Η ΔΑΡΒΙΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ (ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ)

Το 1859, στο κλασικό του έργο «Περί της καταγωγής των ειδών», ο Κάρολος Δαρβίνος εισάγει την ιδέα της «φυσικής επιλογής». Σύμφωνα με την ιδέα αυτή η επιβίωση ενός οργανισμού είναι αποτέλεσμα της σχέσης αλληλοκαθορισμού που έχει με το περιβάλλον του. Στο δαρβινικό σχήμα η εξέλιξη είναι τυχαία και δεν ακολουθεί κάποιο προκαθορισμένο σχέδιο. Ένα σημαντικό θεωρητικό στοιχείο που έλειπε από την δαρβινική εξήγηση ήταν η αναφορά στους μηχανισμούς της βιολογικής κληρονομικότητας. Το κενό αυτό καλύφθηκε από τα πειράματα του Αυστριακού μοναχού Γκρέγκορ Μέντελ, ο οποίος πειραματιζόμενος με είδη φασολιών κατέδειξε τους μηχανισμούς μεταβίβασης των κληρονομικών χαρακτηριστικών, διατυπώνοντας τους νόμους της κληρονομικότητας και θεμελίωσε τον κλάδο της γενετικής, μαζί με τους Watson και Crick που το 1952 ανακάλυψαν τη «διπλή έλικα» του μορίου του DNA.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

17ος ΚΑΙ 18ος ΑΙΩΝΑΣ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ

Ο Φ. ΜΠΕΙΚΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΙΔΕΩΔΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΓΩΓΗΣ

Ο πρόδρομος στοχαστής της νέας επιστημονικής εποχής είναι ο Άγγλος Φράνσις Μπέικον. Ο Μπέικον υποστήριξε ότι η νέα γνωστική μέθοδος ταυτίζεται με την συστηματική παρατήρηση. Η συλλογή μιας επαρκούς βάσης εμπειρικών δεδομένων μας δίνει την αλήθεια για τη φυσική πραγματικότητα.

Πρόκειται για τη μέθοδο της «εμπειρικής επαγωγής» -induction- σύμφωνα με την οποία πάνω στη μελέτη συγκεκριμένων επιμέρους παρατηρήσεων, χτίζεται η γενική εξήγηση μιας κατηγορίας φαινομένων.

Ο Μπέικον είναι αντίπαλος των κλασικών αντιλήψεων για την επιστήμη, καθώς θεωρεί ότι ο πραγματικός στόχος του ανθρώπου δεν είναι οι περίτεχνοι λογικοί συλλογισμοί αλλά ο έλεγχος πάνω στη φύση.

Το γνωστότερο απόφθεγμά του είναι : «knowledge is power». Για να αναπτυχθεί αυτός ο στόχος είναι απαραίτητος ο καθαρισμός του νου από κάθε μορφής παραδεδομένες προκαταλήψεις (είδωλα) που εμποδίζουν τα αισθητήριά του να προσεγγίσουν την πρωτογενή φυσική εμπειρία. Υπάρχουν τεσσάρων ειδών είδωλα:

  1. τα είδωλα του νου,
  2. τα είδωλα του σπηλαίου,
  3. τα είδωλα της αγοράς και
  4. τα είδωλα του θεάτρου.

Ο Φ. Μπέικον υποστήριξε ακόμη ότι :

  • στη φιλοσοφία είναι ανάγκη μια νέα αρχή από μηδενικό σημείο,
  • η παρατήρηση δεν είναι τυχαία και σπασμωδική διαδικασία,
  • η επαγωγή είναι μια συγκροτημένη μέθοδος,
  • η ορθολογική οργάνωση της εμπειρικής έρευνας οφείλει να βασίζεται στην αντιπαραβολή των παρατηρησιακών δεδομένων που στηρίζονται σε «συγκριτικούς πίνακες» στοιχείων της εμπειρικής παρατήρησης και μελέτης.

Η ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΥ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ – Ο ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΤΕΣΙΟΥ

Ο Γάλλος μαθηματικός και φιλόσοφος Καρτέσιος θεωρεί ότι τα αισθητήρια όργανα του ανθρώπου είναι αναξιόπιστοι μάρτυρες της δομής της πραγματικότητας. Το απόλυτα αξιόπιστο κριτήριο για γνώση είναι κατά τον Καρτέσιο η αυτοτελής δύναμη του νου του ανθρώπου.

Ο άνθρωπος υπάρχει ως τέτοιος όχι μέσα από το σώμα του, αλλά μέσα από την καθαρή διάνοιά του. Αυτό είναι το νόημα της περίφημης ρήσης του : «cogito ergo sum». Για να αποκλείσει την εμπειρία ως διαδικασία παραγωγής της αλήθειας ο Καρτέσιος χωρίζει τις ιδιότητες των σωμάτων σε πρωταρχικές ή πρωτεύουσες (primary) και στις δευτερεύουσες ποιότητες (secondary qualities).

  • Στις πρωταρχικές ανήκουν όσα χαρακτηριστικά ενός σώματος μπορούν να μετρηθούν : βάρος, σχήμα, μέγεθος, ταχύτητα (γεωμετρικές έννοιες) και
  • στις δευτερεύουσες, όσα εμπίπτουν στην αντίληψη των αναξιόπιστων αισθητηρίων οργάνων μας όπως : χρώμα, γεύση, οσμή, ήχος, αφή.

Η αυτοσυγκέντρωση του νου είναι η βασική προϋπόθεση για την επιστήμη. Καίριο ρόλο στην αναζήτηση της αλήθειας της πραγματικότητας παίζει η αναλυτική μέθοδος όπως την έχει ορίσει η σχολή της Πάδοβας (ανάλυση-ανασύνθεση από τα στοιχειώδη πρωταρχικά στοιχεία ενός φαινομένου).

Ο Καρτεσιανισμός, με την επικράτηση του Νεύτωνα, απέτυχε ως φυσική θεωρία.

Ο Καρτέσιος πίστευε ότι το πείραμα χρησιμεύει :

  • για να προσδώσει εκ των υστέρων εμπειρικό περιεχόμενο στη θεωρία και
  • για να επιβεβαιωθεί η μία ή η άλλη από δύο εναλλακτικές λογικές συνεπαγωγές.

Ο ΝΕΩΤΕΡΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΤΖΩΝ ΛΟΚ (Ο ΜΕΤΡΙΟΠΑΘΗΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΟΚ)

Ο εμπειρισμός οργανώνεται συστηματικά σε επιστήμη από τον Τζων Λοκ. Η κεντρική παραδοχή του είναι ότι : τα όρια της γνώσης και της εμπειρίας συμπίπτουν.

Χωρίς τις πληροφορίες που διοχετεύονται από τα αισθητήρια όργανα ο ανθρώπινος νους θα παρέμενε απόλυτα κενός, μια άγραφη σελίδα (tabula rasa).

Υπάρχουν δύο είδη ιδεών : οι απλές και οι σύνθετες ιδέες.

  • Απλές είναι οι ιδέες που προέρχονται από την αισθητηριακή αντίληψη του φυσικού κόσμου από τη μια πλευρά και του εαυτού μας από την άλλη. Οι απλές ιδέες είναι π.χ. το λευκό, το γλυκό, το κόκκινο, το βαρύ κλπ.
  • Οι σύνθετες ιδέες είναι συνδυασμός απλών ιδεών όπως : το συγκεκριμένο χρώμα, το βάρος, το μέγεθος, το σχήμα, η γεύση κλπ.

Η επιστήμη είναι αυστηρά περιγραφική και η μέτρηση των ποσοτικών χαρακτηριστικών των σωμάτων της (μάζα, σχήμα, ταχύτητα κλπ.) της επιτρέπει να προσεγγίσει περισσότερο στην αντικειμενική πραγματικότητα.

Η λέξη «μήλο» είναι για μας μια «ονομαστική ουσία» (nominal essence).

Η «πραγματική ουσία» των πραγμάτων (real essence) είναι αυτό το «κατιτί» που κρύβεται πίσω από την εμφάνισή τους σ’ εμάς.

Ο ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΙΟΥΜ

Ο Χιουμ υιοθετεί μια ενδιάμεση θέση μεταξύ του ρεαλισμού του Λοκ και της ιδεοκρατίας του Μπέρκλεϋ, τη θέση του σκεπτικισμού.

Είναι δυνατό να υπάρχει ένας υλικός κόσμος ανεξάρτητος από τη δυνατότητα των αισθητηρίων μας να τον συλλάβει (υπέρηχοι, υπεριώδης ακτινοβολία κλπ.) με τα εμπειρικά μέσα που διαθέτουμε ;

Ο νους αναφέρεται μόνο στο υλικό που έχουν συσσωρεύσει σ’ αυτόν οι αισθήσεις μας. Επιστημονική γνώση προάγεται μόνο από την επεξεργασία των ιδεών που γεμίζουν τον νου.

Η επιστήμη λοιπόν κατά τον Χιουμ αναφέρεται αποκλειστικά στο υποκείμενο, και εκεί εδράζεται και η έννοια της αιτιότητας.

Η αιτιακή σχέση είναι κατά τον Χιουμ η χρονική διαδοχή και η συντοπία ανάμεσα σε δύο συμβάντα Α και Β που μας προκαλεί την ψυχολογική διάθεση να αναμένουμε το Β αμέσως μόλις εμφανιστεί το Α.

Έτσι δημιουργείται μια νοητική συνήθεια (habit of mind), πάνω στην οποία χτίζεται μια υποκειμενική πίστη (belief) ως προς την αιτιώδη σύνδεση αυτών των φαινομένων.

Οι θεωρητικές γενικεύσεις λοιπόν σχετικά με τον κόσμο είναι καθαρά πιθανολογικές.

Επειδή διαπιστώνουμε ότι τίποτα στον κόσμο δεν είναι προβλεπτό με βεβαιότητα εικάζουμε ότι τα πράγματα θα συνεχίσουν να είναι τα ίδια με αυτά που έχουμε συνηθίσει ως τώρα. Αυτή είναι η διαισθητική αρχή της ομοιομορφίας της φύσης, για τον κοινό και τον επιστημονικό νου.

Ο σκεπτικισμός ξεπερνιέται μόνο πρακτικά και σύμφωνα με μια ρήση του Χιουμ : «ο λόγος είναι δούλος των παθών».

ΙΜΜΑΝΟΥΕΛ ΚΑΝΤ – ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΥ

Η προσπάθεια του Καντ εντοπίζεται στο να αντιστρέψει την θεωρία του Χιουμ, εισάγοντας μια νέα γνωσιολογική οπτική που θα διέσωζε την αιτιότητα και τις έννοιες χώρου και χρόνου, προτείνοντας ότι : η αιτιακή σχέση δεν είναι ένα εμπειρικό συμπέρασμα αλλά μια νοητική μορφή ή κατηγορία.

Κατά τον Καντ είναι αλήθεια ότι τίποτε δεν υπάρχει στο νου πριν να του δοθεί από τις αισθήσεις . «εκτός από τον ίδιο τον εαυτό του, τον ίδιο το νου του» (εκ των προτέρων συνθετική γνώση).

Έτσι οι αιτιακές εξηγήσεις δεν είναι παρά θεωρητικά πρότυπα που θέτει το λογικό, (ο νους) με τη βεβαιότητα ότι θα τα επαληθεύσει κάθε δυνατή εμπειρία.

Αυτός είναι ένας ιδιοφυής συνδυασμός ορθολογισμού και εμπειρισμού.

ΛΟΓΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ Η΄ ΛΟΓΙΚΟΣ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΒΙΕΝΝΗΣ

Στις αρχές του 20ού αιώνα υπό την επήρεια του Mach δημιουργήθηκε η σχολή του «λογικού θετικισμού» στις γερμανόφωνες χώρες με επίκεντρο τον περίφημο κύκλο της Βιέννης.

  • αφετηριακή παραδοχή του λογικού θετικισμού είναι κατά τη διατύπωση του Karnap ότι : «η εκ των προτέρων συνθετική γνώση είναι αδύνατη».

Η άρνηση αυτή έχει δύο βασικούς στόχους, ένα φιλοσοφικό και έναν πολιτικό, δηλ. :

  1. έρχεται σε αντίθεση με την επιστημολογία του νεοκαντιανισμού, που κυριαρχούσε στα γερμανικά ακαδημαϊκά ιδρύματα πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και
  2. αντιπαρατίθεται στις μεγάλες ολοκληρωτικές ιδεολογίες όπως στον Ναζισμό και στον Σταλινισμό.

Ο λογικός θετικισμός είναι μια γνωσιοθεωρία που μετατοπίζει την προβληματική από την έννοια της αλήθειας σε εκείνη του νοήματος της αλήθειας. Για να έχει μια πρόταση νόημα πρέπει να μας υποδεικνύει εκείνο το συστατικό της εμπειρίας που μπορεί να την επαληθεύσει (αρχή της επαληθευσιμότητας).

  • Οι επιστήμονες δεν διαφέρουν μεταξύ τους μόνο ως προς το αντικείμενο, αλλά και ως προς τη μέθοδο (πειραματική, πρακτική) που ακολουθούν για να επαληθεύσουν τις υποθέσεις και τις θεωρίες τους.
  • Η γλώσσα της επιστήμης αποτελείται από δύο ειδών όρους : από τους παρατηρησιακούς και τους θεωρητικούς.
  • Ο ερευνητής χρειάζεται να έχει στο μυαλό του εκ των προτέρων μια καθοδηγητική ιδέα, σχετικά με τις δυνατές εξηγήσεις του φαινομένου που μελετά.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΘΕΤΙΚΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Η θετικιστική μεθοδολογία αδυνατεί να χαράξει τα όρια ανάμεσα στην επιστημονική θεωρία και στη μεταφυσική και τη θεολογία.

Η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΩΓΗΣ (ΚΑΡΛ ΠΟΠΠΕΡ 1902-1994)

Ο Καρλ Πόππερ ανέπτυξε συστηματικά μια πρωτότυπη θεωρία της επιστημονικής έρευνας.

  • Η αφετηριακή διαπίστωση του Πόππερ είναι ότι το πρόβλημα της επαγωγής, όπως το είχε ορίσει αρχικά ο Χιουμ είναι άλυτο.
  • Το τι θα επιλέξει κανείς να εκλάβει ως αιτιακή σύνδεση δύο γεγονότων Α και Β εξαρτάται από τις συνήθειες και τις διαθέσεις που έχει αποκτήσει από την εμπειρία και την παιδεία του.
  • Ένα γεγονός που τονίζει με έμφαση ο Πόππερ είναι ότι εάν κανείς ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την εμπειρική επαλήθευση μιας θεωρίας, τότε δεν υπάρχει θεωρία που να μην επαληθεύεται.

Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ MODUS TOLLENS ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΨΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ

Με δεδομένη την πρακτική αποτυχία της θετικιστικής εκδοχής της εμπειρικής επαγωγής για επαλήθευση της αλήθειας των υποθέσεων και των θεωριών μας, Ο Καρλ Πόππερ υπογράμμισε ότι αν η επαλήθευσή τους είναι αδύνατη δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να διακριβώσουμε ποια από τις υπό εξέταση υποθέσεις είναι ψευδής.

Έτσι αν δεν ισχύουν οι υποθέσεις δεν θα ισχύει και η παραδοχή.

Η διαδικασία αυτή είναι διαφορετική από αυτή των πιθανοτήτων στην οποία στηρίζεται η μεθοδολογία της επαλήθευσης. Ο λογικός της πυρήνας είναι παραγωγικός (deductive) και αντιστοιχεί σε έναν από τους βασικούς τύπους για την παραγωγή λογικά έγκυρων (valid) επιχειρημάτων, που ονομάζεται modus tollens.

Το αρνητικό πειραματικό αποτέλεσμα ονομάζεται αντιπαράδειγμα και η ανακάλυψη ενός και μόνο αντιπαραδείγματος μπορεί να διαψεύσει μια καθολική πρόταση π.χ. «όλοι οι κύκνοι είναι λευκοί», η ύπαρξη ενός και μόνο μαύρου κύκνου μπορεί να τη διαψεύσει για πάντα.

Επιστημονική είναι λοιπόν μια διαδικασία οργανωμένη κατά τρόπο που να διευκολύνει τη διάψευση των θεωριών μας.

Με τον τρόπο αυτό ο Πόππερ πιστεύει ότι οριοθετεί την επιστήμη απέναντι στη μη επιστήμη. Κατά τον Πόππερ ο θεμελιακός στόχος της επιστημονικής έρευνας δεν είναι με κανένα τρόπο η επιβεβαίωση της αλήθειας όπως την κατανοούμε σήμερα, αλλά η ανακάλυψη ριζικά νέας και πιο ενδιαφέρουσας αλήθειας, και μάλιστα τέτοιας που ακυρώνει αυτό που ισχύει ως αλήθεια στο παρόν.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΟΣΜΟΙ ΤΟΥ ΠΟΠΠΕΡ

Ο κόσμος από τη σκοπιά του υποθετικού ρεαλισμού του Πόππερ χωρίζεται σε αυθύπαρκτες τάξεις πραγμάτων :

  1. στην πρώτη κατηγορία που επιγράφεται Κόσμος 1, περιλαμβάνονται όλα τα φυσικά όντα και αντικείμενα,
  2. στη δεύτερη (Κόσμος 2) κατατάσσονται τα περιεχόμενα της ανθρώπινης εμπειρίας (ψυχολογικής), οι εντυπώσεις, τα αισθήματα, οι προσδοκίες, οι πίστεις κτλ.
  3. στην Τρίτη (Κόσμος 3) περιέχονται όλα τα παράγωγα της λειτουργίας του ανθρώπινου νου, λ.χ. τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, οι ιδεολογικές στάσεις,

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΨΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ,

Η «ΑΝΟΙΚΤΗ ΚΟΙΝΩΝΊΑ» ΚΑΙ Η ΕΠΙΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΣΜΟΥ

Η ύπαρξη από τον Πόππερ ενός αιτήματος που προϋποθέτει την απόρριψη μιας παραδοσιακής θεωρίας για χάρη μιας νέας ανατρεπτικής θεωρίας, υπονοεί την ύπαρξη μιας «ανοικτής κοινωνίας» που θα επιτρέπει με τους κατάλληλους θεσμούς την επικράτηση των νέων θεωριών. Η μεταφυσική πλάνη της συμπαντικής και κοινωνικής ολότητας (ιστορισμός) κατά τον 19ο αιώνα, οδήγησε στην διατύπωση θεωριών με τη χρησιμοποίηση όρων χωρίς κανένα σαφές εμπειρικό περιεχόμενο όπως : Κοινωνία, Ιστορία, Ανθρωπότητα, Έθνος, Εργατική τάξη κλπ. όλα με κεφαλαίο αρχικό για να τονιστεί η υπέρτερη Ολότητα.

Όμως κοινωνία «αυτή καθαυτή» δεν υφίσταται. Η κοινωνική πραγματικότητα αποτελείται από ένα σύνολο συγκεκριμένων, ατομικών και ξεχωριστών αντιλήψεων και πρακτικών που πηγάζουν από εμπειρικά αναγνωρίσιμες κοινωνικές ομάδες, πρόσωπα κ.ά.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟΣ ΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΤΟΜΙΣΜΟΣ QUINE ΚΑΙ ΠΟΠΠΕΡ

Βασικό στοιχείο της θεωρίας της διαψευσιμότητας είναι η ύπαρξη του «κρίσιμου πειράματος» (crucial experiment), δηλαδή ο εργαστηριακός έλεγχος που καταδεικνύει την αλήθεια ή μη της υπόθεσης που έχουμε κάνει. Είναι το πρακτικό ανάλογο του modus tolens. Σ’ αυτή τη διαδικασία λαμβάνουμε υπόψη ένα ευρύτερο πλαίσιο γνώσης υποβάθρου (background knowledge) και ορισμένες «βοηθητικές υποθέσεις».

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΤΟΥ KUHN (1922-1996)

(ΟΜΑΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ)

Η αλλαγή των επιστημονικών θεωριών κατά τον Kuhn είναι αλληλένδετη με το πλέγμα κοινωνικών θεσμών (πολιτιστική δραστηριότητα, εκπαίδευση, διαπροσωπικές σχέσεις) που υπάρχουν σε μια κοινωνία.

Η επιστημονική πρόοδος επιτυγχάνεται με την εναλλαγή γενικών ερμηνευτικών σχημάτων τα οποία ονομάζονται «παραδείγματα» (paradigms) που ενισχύουν την καθαρή λογική σκέψη απέναντι στην εμπειρική παρατήρηση και αντίστροφα.

Για τη σωστή λειτουργικότητα των παραδειγμάτων σημαντικό ρόλο παίζει η κατάλληλη επιλογή προσωπικού που να έχει τη δυνατότητα να λύνει απορίες και αινίγματα.

Η περίοδος θεωρητικής σταθερότητας και λίγο-πολύ αβασάνιστης πίστης στις βασικές παραδοχές ενός «παραδείγματος» χαρακτηρίζεται από τον Kuhn «κανονική επιστήμη» (normal Science).

Στην περίπτωση κατά την οποία οι θεωρητικές παραδοχές ενός «παραδείγματος» αμφισβητούνται η ομαλή κανονική επιστήμη αντιμετωπίζει «ανωμαλίες» και βρίσκεται σε κρίση. Είναι μια κρίση εξουσίας ανάλογη της πολιτικής ή κοινωνικής κρίσης.

Όμως μεταξύ της συμβατικής και της ανώμαλης επιστήμης ξεσπά «πόλεμος παραδειγμάτων», ο οποίος συχνά καταλήγει σε επικράτηση των πρώτων ανωμαλιών που συγκροτούν τη νέα θεωρητική κανονικότητα.

Αλλά κάθε νέο παράδειγμα κατασκευάζει μια δική του γλώσσα τελείως διαφορετική από τη γλώσσα του παλαιότερου παραδείγματος με αποτέλεσμα την πλήρη ασυνεννοησία των επιστημόνων που κατασκεύασαν το νέο και αυτών που δημιούργησαν το παλαιό παράδειγμα. Το φαινόμενο ονομάζεται θεωρητική ασυμμετρία των παραδειγμάτων.

ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΙΣΜΟΣ : ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΟΥ KUHN

Υπάρχει μια ασάφεια για την κατανόηση του όρου «παράδειγμα». Μπορούμε να διακρίνουμε τη δυνατότητα δυο εναλλακτικών ορισμών ενός ευρύτερου και ενός στενότερου. Στην πρώτη περίπτωση με την έννοια «παράδειγμα» εννοούμε νόμους, θεωρίες, πειραματισμό, εφαρμογές. Στη δεύτερη περίπτωση εννοείται το παράδειγμα με την τρέχουσα σημασία του όρου, δηλαδή η περιγραφή ενός μεμονωμένου αντικειμένου ή μιας συγκεκριμένης περίπτωσης που λειτουργεί ως χαρακτηριστικό δείγμα ενός πολύ μεγαλύτερου κοινωνικού, πολιτικού ή επιστημονικού συνόλου.

Ο Kuhn κατηγορήθηκε μεταξύ άλλων για άκρατο σχετικισμό , δηλαδή ότι αντιμετωπίζει σαν εξωτερικός παρατηρητής την επιστήμη και την υποβαθμίζει σε δευτερογενή παράγοντα των κοινωνικοπολιτικών αναγκαιοτήτων, αρκεί να «δουλεύει» το μοντέλο του, κατά περίσταση, στα χέρια κάποιων κοινωνικών ομάδων.

Τελικά φαίνεται πως ο Kuhn αντικατέστησε τη διαρκή διάψευση ενός μεγάλου αριθμού επαναστάσεων του Πόππερ με μια και μεγάλη επανάσταση που ορίζει τη μετάβαση από τη μια στην άλλη εποχή του επιστημονικού στοχασμού.

Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΩΣ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ.

Η ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ FEYERABEND (1924-1994)

Στη δεκαετία του 1970, ο Π. Κ. Feyerabend παρόλο που δέχεται τις θέσεις του Πόππερ ότι «οι θεωρίες είναι διαψεύσιμες, όχι όμως και επιβεβαιώσιμες», υποστηρίζει ότι η απελευθέρωση της διαδικασίας της επιστημονικής γνώσης από μεθοδολογικούς περιορισμούς, είναι δυνατή μέσα από τον πολλαπλασιασμό των θεωριών.

Σε αντίθεση με τον Kuhn, ο Feyerabend πιστεύει ότι υπάρχει μια ουδέτερη παρατηρησιακή γλώσσα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο των θεωριών. Πάντως η επιστήμη δεν έχει καμιά προνομιακή σχέση στην αναζήτηση της αλήθειας και κατά τον Feyerabend επικρατεί ένας άκρατος σχετικισμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια: